Παρασκευή 29 Απριλίου 2011

Τό δῶρο τοῦ Πάσχα
 
  
Τό νόημα τῆς γιορτῆς τοῦ Πάσχα, τή σημασία της γιά τήν ἀνθρωπότητα καί τήν προσφορά της στόν καθένα, πού μέ τήν πίστη καί τή ζωή του ἀποδέχεται τήν ἀνάσταση τοῦ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, περιγράφει καίρια καί δυνατά ὁ ἀπόστολος Παῦλος μέσα σέ τρεῖς στίχους τῆς Α´ πρός Κορινθίους ᾿Επιστολῆς (5,6-9). Τούς ἀκοῦμε στή σύντομη ἀποστολική περικοπή πού διαβάζεται μετά τήν περιφορά τοῦ ᾿Επιταφίου, τό βράδυ τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς.
Κάτοχος τῆς ἱστορίας τοῦ παλαιοῦ ᾿Ισραήλ ὁ ἀπόστολος, καί ἐπιφορτισμένος μέ τήν εὐθύνη τῆς σταθερότητας καί καλλιέργειας τοῦ νέου ᾿Ισραήλ, τῆς ᾿Εκκλησίας, ἀνατρέχει στό παλιό πάσχα, ἐκεῖνο πού γιόρτασαν οἱ ᾿Ισραηλίτες, ὅταν ἔφευγαν ἀπό τή μακροχρόνια σκλαβιά τῆς Αἰγύπτου. Τότε, κατ᾿ ἐντολήν τοῦ Θεοῦ, ἔφαγαν τόν πασχάλιο ἀμνό, ἕνα ἀρνί πού ψήθηκε χωρίς νά σπάσουν οὔτε ἕνα του κόκκαλο, καί συμβόλιζε τόν «ἀμνόν τοῦ Θεοῦ τόν αἴροντα τήν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου», δηλαδή τόν ᾿Ιησοῦ Χριστό. Μαζί μέ τόν ἀμνό ἔφαγαν πικρά χόρτα, σύμβολο τῆς πικρίας πού τούς πότισε ἡ Αἴγυπτος, καί ἄζυμο ἄρτο, πού συμβόλιζε τήν καινούργια ζωή, τήν ὁποία ἄρχιζαν ἐλεύθεροι πλέον. Περνώντας ἀπό τή γῆ τῆς δουλείας στή γῆ τῆς ἐπαγγελίας, δέν ἔπρεπε νά πάρουν τίποτε ἀπό ἐκεῖνα πού γνώρισαν στήν εἰδωλολατρική Αἴγυπτο.
Προσαρμόζοντας τήν παλιά ἱστορία, τόν τύπο, στή νέα πραγματικότητα τῆς ᾿Εκκλησίας, τῆς καινῆς κτίσεως, ὁ ἀπόστολος προτρέπει τούς χριστιανούς ὅλου τοῦ κόσμου καί ὅλων τῶν αἰώνων· «ἐκκαθάρατε οὖν τήν παλαιάν ζύμην, ἵνα ἦτε νέον φύραμα, καθώς ἐστε ἄζυμοι». ᾿Απαλλαγμένοι ἀπό τήν παλιά ζύμη τῆς ἁμαρτίας εἶναι τώρα «ἄζυμοι», καθαροί. ῎Ηδη μέ τό Βάπτισμα καί τήν ἔνταξή τους στήν «καινή κτίση» τῆς ᾿Εκκλησίας ἔχουν γίνει «καινοί», καινούργιοι ἄνθρωποι, «νέο φύραμα». ᾿Αλλά δέν ἀρκεῖ αὐτό. ᾿Οφείλουν νά διατηροῦν ἀκατάπαυστα αὐτή τήν «καινότητα», νά ἀνανεώνουν συνεχῶς τόν ἔσω ἄνθρωπο, νά καλλιεργοῦνται καί νά καταρτίζονται, ὥστε νά παραμένουν ἀνεπηρέαστοι καί ἀμόλυντοι ἀπό τήν παλιά ζύμη τῆς ἁμαρτίας.
῾Η δύναμη πού θά ἀνανεώνει διαρκῶς τό «νέο φύραμα» τῶν πιστῶν εἶναι ἡ σταυρική θυσία καί ἡ ἀνάσταση τοῦ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ. Αὐτός εἶναι τό δικό μας Πάσχα, πού μᾶς λυτρώνει ἀπό τό καθεστώς τῆς ἁμαρτίας καί μᾶς πολιτογραφεῖ στή βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Κάτι περισσότερο· εἶναι ὁ ἴδιος ὁ πασχάλιος ἀμνός, ὅπως τόν εἶδαν οἱ προφῆτες ἀπό τά βάθη τῶν αἰώνων μέχρι τόν σύγχρονό του προφήτη καί πρόδρομο καί βαπτιστή ᾿Ιωάννη, ὁ ὁποῖος τόν ἔδειξε στούς μαθητές του ἀναφωνώντας· «ἴδε ὁ ἀμνός τοῦ Θεοῦ!» (᾿Ιω 1,29.37).
Νά τό δικό μας Πάσχα! Εἶναι ὁ Χριστός, πού ἑκούσια παραδόθηκε στό θάνατο γιά τή σωτηρία μας. Καί καθιστᾶ γεγονός χειροπιαστό ἀνά τούς αἰῶνες αὐτή τήν προσφορά του, καθώς γίνεται ἡ θεία τροφή, πού τρέφει τούς δικούς του καί τούς κρατᾶ στήν πνευματική ζωή. Γι᾿ αὐτό ἡ ᾿Εκκλησία μᾶς καλεῖ ὅλους νά συμμετέχουμε στό θεῖο τραπέζι, στό μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας, ὅπου «ἡ τράπεζα γέμει, τρυφήσατε πάντες· ὁ μόσχος πολύς», ὅπως ἀκοῦμε στόν κατηχητικό λόγο τοῦ ἁγίου Χρυσοστόμου τή νύχτα τῆς ᾿Αναστάσεως στό τέλος τῆς θείας Λειτουργίας. ᾿Εκεῖ, στό ἅγιο Ποτήριο τῆς ζωῆς, στή μέθεξη τοῦ Θεοῦ, ἐπικεντρώνεται ἡ οὐσία τοῦ Πάσχα. Αὐτή εἶναι ἡ «τοῦ παντός χαρά καί τιμή καί τροφή καί τρυφή», ὁμολογεῖ ὁ ἅγιος ᾿Ιωάννης ὁ Χρυσόστομος. Καί φυσικά, δέν μπορεῖ κανείς νά νιώσει γιορτή χωρίς θεία Κοινωνία. ῞Ολα τά ἄλλα δῶρα τῶν ἡμερῶν αὐτῶν, ἡ ὑλική εὐωχία καί ἡ κοσμική φαντασία εἶναι ἁπλός -καί ὄχι σπάνια περιττός- διάκοσμος.
Τό οὐσιαστικό δῶρο τοῦ Πάσχα εἶναι ἡ παρουσία τοῦ ἀναστημένου Χριστοῦ, ἡ κοινωνία τῶν πιστῶν μαζί του. Κι ὅλη τήν ἑβδομάδα μετά τήν Κυριακή τοῦ Πάσχα, τή Διακαινήσιμη, πού στή λειτουργική πράξη θεωρεῖται ὡς μία ἡμέρα, ἀλλά καί κάθε Κυριακή, πού εἶναι ἕνα μικρό Πάσχα, καί σέ κάθε θεία Λειτουργία αὐτή τήν τρυφή ἀπολαμβάνουμε. ῎Ετσι τό Πάσχα καί ἡ γιορτή ἁπλώνονται σ᾿ ὅλο τόν κύκλο τοῦ χρόνου. ῞Ολη ἡ ζωή τοῦ πιστοῦ γίνεται μιά Πασχαλιά μέ τή συνειδητή συμμετοχή του στά μυστήρια τῆς ᾿Εκκλησίας, τῆς καινῆς κτίσεως. Πόσο ὄμορφα καί σοφά τό ἐκφράζει ὁ ποιητής μας Γ. Βερίτης·
Πάσχα θά κάνω πάλι σήμερα
κι εἶν᾿ ἡ λαχτάρα μου μεγάλη.
Πάσχα θά κάνω πάλι σήμερα
γιατί θά κοινωνήσω πάλι!
῎Ετσι ἀνακαινίζεται, ἀνανεώνεται ὁ λαός τοῦ Θεοῦ, τό «νέο φύραμα» καί προάγεται στήν καινή ζωή, τή ζωή τοῦ Χριστοῦ, ἀμίαντο καί ἀπρόσβλητο ἀπό τή φθορά τῆς ἁμαρτίας. «῾Εορτάζωμεν μή ἐν ζύμῃ παλαιᾷ, μηδέ ἐν ζύμῃ κακίας καί πονηρίας, ἀλλ᾿ ἐν ἀζύμοις εἰλικρινείας καί ἀληθείας», συνιστᾶ ὁ ἀπόστολος. ᾿Ενισχυμένοι ἀπό τό ζωηφόρο μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας οἱ πιστοί ζοῦν μακριά ἀπό κάθε «ζύμη κακίας καί πονηρίας», ἀσυμβίβαστοι μέ κάθε πάθος πού μολύνει τήν ψυχή κι ἀνυποχώρητοι σέ κάθε ἐνεργοποίηση τοῦ ἐσωτερικοῦ πάθους. ᾿Αλλά ἡ νέα ζωή τοῦ πιστοῦ δέν περιορίζεται στήν ἄρνηση τοῦ κακοῦ· ὁλοκληρώνεται μέ τήν ἀποδοχή τοῦ καλοῦ. Αὐτό σημαίνει ὁ ἀποστολικός λόγος «ἐν ἀζύμοις εἰλικρινείας καί ἀληθείας». ῾Η ἀλήθεια ἀφορᾶ στή σχέση μας μέ τόν Θεό, στό δόγμα· ἡ εἰλικρίνεια χαρακτηρίζει τή σχέση μέ τόν συνάνθρωπο, γενικά τή βιοτή. Μέ ἄλλα λόγια, τό Πάσχα ἐπηρεάζει οὐσιαστικά ὅλη τή ζωή τοῦ πιστοῦ καί καθορίζει τήν κοσμοθεωρία καί τή βιοθεωρία του· τοῦ ὑπαγορεύει μιά νέα ζωή, ἡ ὁποία καθορίζεται ἀπό τό ὀρθό δόγμα καί τήν ἁγία βιοτή, ἀπό τήν ὀρθοδοξία συνταιριασμένη μέ τήν ὀρθοπραξία.
Στό ἅγιο Δισκοπότηρο συναντοῦμε τόν ἀναστημένο Χριστό. Μ᾿ αὐτή τήν ἐμπειρία ὁ ἐκκλησιαστικός ποιητής κρατᾶ ὡς «ἄγκυρα ἐλπίδος» τή θεία καί φίλη καί γλυκύτατη διαβεβαίωση τοῦ ᾿Ιησοῦ· «μεθ᾿ ὑμῶν εἰμι πάσας τάς ἡμέρας» (Μθ 28,20). Τήν πρακτική βίωση αὐτῆς τῆς συνεχοῦς παρουσίας τοῦ ἀναστημένου Κυρίου ἀποδίδει λυρικότατα ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς· «αὕτη ἡ θέα πάσης ἁμαρτίας ἐστίν ἀναίρεσις, πονηροῦ παντός πάθους ἐστί καθαίρεσις, παντός κακοῦ ἐστίν ἀλλοίωσις· αὕτη ἡ θέα πάσης ἀρετῆς ὑπάρχει ποιητική, καθαρότητος καί ἀπαθείας γεννητική, ζωῆς αἰωνίου καί βασιλείας ἀπεράντου παρεκτική». Αὐτό εἶναι τό μεγάλο δῶρο τοῦ Πάσχα, προσαρμοσμένο βέβαια στήν παροῦσα πραγματικότητα. Μία πρόγευση καί προκαταβολή τῆς αἰώνιας δόξας πού μᾶς περιμένει στήν αἰωνιότητα, στό «ἐκτυπώτερον» Πάσχα τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ.
 
 
Στέργιος Ν. Σάκκος