Πέμπτη 26 Απριλίου 2012

Χάρις τοῦ Θεοῦ 
 
Μήπως πάει χαμένη γιά σένα;
 Τή μεγάλη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ἀπέναντί μας, μιά ἀγάπη πού δέν τήν ἀξίζουμε, ἐκφράζει ἡ Καινή Διαθήκη μέ τή λέξη χάρη. Ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ δίνεται ἁπλόχερα καί σέ ὅλους τούς ἀνθρώπους, ἀλλά δέν τήν ἀξιοποιοῦν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι, καί ὑπάρχει πάντοτε κίνδυνος νά πάει χαμένη. Αὐτή εἶναι ἡ τραγικότερη συμφορά πού μπορεῖ νά συμβεῖ στόν ἄνθρωπο.
Ἄν χαθεῖ ὁ ἥλιος ἤ τά ἄστρα, μικρό τό κακό. Ἄν λείψει ἡ χλωρίδα καί ἡ πανίδα, λίγη ἡ ζημία. Ἄν στερέψουν οἱ πηγές κι ἀδειάσουν οἱ ὠκεανοί, δέν εἶναι τόσο φοβερό. Ὅλα αὐτά μποροῦν νά προκαλέσουν μόνον ἐπίγεια κακά καί σωματικό θάνατο. Ἄν ὅμως πάει χαμένη ἡ χάρη, σαλεύεται τό σύμπαν. Γιατί ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ εἶναι ὅ,τι ἡ ἕλξη γιά τόν πνευματικό κόσμο τοῦ ἀνθρώπου, ὅ,τι τό ὀξυγόνο γιά τήν ἀτμόσφαιρα τῆς ψυχῆς του, ἡ ἐγγύηση τῆς ἐσωτερικῆς ἁρμονίας καί ἰσορροπίας του, ἡ πηγή τῆς χαρᾶς καί τῆς εὐφροσύνης του. Στή χάρη τοῦ Θεοῦ περικλείεται ὅλο τό ἀπολυτρωτικό ἔργο τοῦ Χριστοῦ.
Ἀλλά πῶς χάνουμε τή χάρη τοῦ Θεοῦ; Τή χάνουμε, πρῶτον, ὅταν ἐπαναπαυόμαστε σέ κάποια ξερή γνώση γιά τή λύτρωση, ἀλλά δέν ἀνοίγουμε τίς καρδιές μας στήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. Τό γράμμα παίρνει τότε τή θέση τοῦ πνεύματος μέσα μας. Εἶναι σάν νά κατέχουμε μιά θαυμάσια βιβλιοθήκη χωρίς νά ξέρουμε τήν ἀλήθεια ἤ τή σοφία πού περιέχει. «Ἐσεῖς κατέχετε τή γῆ», εἶπε ἕνας ἄνθρωπος μέ αἴσθηση τῆς ὀμορφιᾶς στόν ἰδιοκτήτη ἑνός κτήματος. «Ἐγώ κατέχω τό τοπίο». Ἔτσι καί ἡ θεολογική γνώση μπορεῖ νά μήν ἐξελιχθεῖ ποτέ σέ ἀποδοχή τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ. Δεύτερον, μποροῦμε νά χάσουμε τή χάρη τοῦ Θεοῦ, ἄν συγκινηθοῦμε βέβαια ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ἀλλά δέν ζήσουμε τή δύναμή της. Γιά αἰῶνες ὁ Νιαγάρας ἦταν μόνον ἕνα θαυμάσιο θέαμα, γιά νά τόν θαυμάζουν οἱ ἄνθρωποι, μέχρις ὅτου οἱ μηχανικοί βρῆκαν τόν τρόπο νά συλλάβουν τή δύναμη τοῦ νεροῦ του καί νά μετασχηματίσουν τή δύναμή του σέ φῶς καί ἐνέργεια. Ὁ σταυρός τοῦ Χριστοῦ μπορεῖ νά γίνει ἁπλῶς ἕνα καταπληκτικό θέαμα, πού θά ἱκανοποιεῖ τό συναίσθημα χωρίς νά ὑποτάσσει τό θέλημα σέ ὑπακοή, χωρίς νά μετασχηματίζεται σέ διακονία ἤ θυσία, πού κάνει τήν ἀγάπη πραγματική. Ἄν ὁ σταυρός δέν γεννᾶ μέσα μας καί τά δύο, καί τήν ἐπιθυμία καί τή δύναμη νά κάνουμε τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, δεχόμαστε τή χάρη τοῦ Θεοῦ στά χαμένα.
Τέλος, μποροῦμε νά χάσουμε τή χάρη τοῦ Θεοῦ, ἄν ἐπαναπαυθοῦμε σέ μιά πραγματική ἐμπειρία μεταστροφῆς καί μετανοίας, ἀλλά δέν προχωρήσουμε νά ἐξερευνήσουμε τό πλῆρες νόημά της γιά τή ζωή μας, δέν ἐπιτρέψουμε στό Πνεῦμα τό Ἅγιο νά κυβερνήσει κάθε πτυχή μας -τή δουλειά μας, τή διασκέδασή μας, τίς σχέσεις μας μέ τούς ἄλλους κ.ἄ. Πολλοί χριστιανοί δέν ἔχουν προχωρήσει ποτέ σ' ἐκείνη τή βαθύτερη ἐμπειρία τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ. Ἡ ἀνάπτυξή τους διακόπτεται, ὅπως ἕνα φυτό πού δέν ἀνθίζει ἤ δέν πολλαπλασιάζεται. «Αὐτός πού παύει νά γίνεται καλύτερος, παύει νά εἶναι καλός», εἶπε κάποιος (ὁ Ὄλιβερ Κρόμβελ). Ἡ μετάνοια δέν εἶναι μιά ἀποφασιστική στιγμή, ἀλλά εἶναι μιά ἀποφασιστική ζωή. Καί κάποιος πού βρῆκε τή χάρη, μπορεῖ νά τήν χάσει, ἄν δέν τήν καλλιεργήσει.
Πρέπει ὅμως νά γνωρίζουμε καί κάτι ἄλλο, γιά νά μή χάσουμε τή χάρη τοῦ Θεοῦ· ὅτι αὐτήν δέν μποροῦμε νά εἴμαστε σίγουροι πώς θά τήν ἔχουμε πάντοτε στή διάθεσή μας. Τώρα πού βρίσκεται στό παρόν πρέπει νά τήν ἀποκτήσουμε. Τό τώρα, πού ἔχουμε στά χέρια μας, χρειάζεται νά ἀξιοποιήσουμε. Ὅπως ἀξιοποιοῦμε τό νερό ὅταν τρέχει, τόν ἥλιο ὅταν βγαίνει, ἔτσι πρέπει νά ἐκμεταλλευθοῦμε τόν καιρό καί τό χρόνο πού ζοῦμε αὐτή τή στιγμή, τίς συνθῆκες καί τή μέρα πού διαβαίνουμε στό παρόν. Αὐτός εἶναι ὁ εὐπρόσδεκτος καιρός καί ἡ ἡμέρα τῆς σωτηρίας.
Πρόσεξε, ἀδελφέ μου: Ἐκεῖ στή χαράδρα τῆς ἁμαρτίας πού βρίσκεσαι καί κανείς δέν μπορεῖ νά σέ βοηθήσει, περνᾶ ἀπό μπροστά σου ἕνα σκοινί. Δέν εἶναι μπροστά σου πάντοτε· στήν κατάλληλη ὥρα ἅπλωσε τό χέρι σου καί ἅρπαξέ το. Ἀμέσως θά σέ τραβήξει στή σωτηρία καί στήν αἰώνια ζωή. «Ἐπιλαβοῦ τῆς αἰωνίου ζωῆς», λέει πάλι ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Τώρα, σήμερα, ἀδελφέ μου, πού κάποιος σέ πλησιάζει καί σοῦ δείχνει τόν τρόπο νά σωθεῖς, μήν ἀδιαφορήσεις. Κίνησε μέσα σου τήν πίστη καί πιάσε ἐπαφή μέ τό Θεό καί δέξου τή χάρη του.
 Στέργιος Ν. Σάκκος

Κυριακή 22 Απριλίου 2012


Παρασκευή 20 Απριλίου 2012

Αναπαύθηκε εν Κυρίω, ανήμερα της Αναστάσεως (15/4), ο ομότιμος Καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου και διδάσκαλος των Ορθόδοξων Χριστιανικών Αδελφοτήτων «Απολύτρωσις» και «Χριστιανική Ελπίς» Στέργιος Σάκκος.
Ήταν γνωστός στο πανελλήνιο, και ιδίως στη Μακεδονία, για τους αγώνες του κατά των αιρέσεων, τις αναρίθμητες εποικοδομητικές ομιλίες του πάνω σε θέματα Αγίας Γραφής και Πίστεως και το σχετικό συγγραφικό του έργο. Διηύθυνε με μεγάλη επιτυχία κατηχητικό χριστιανικό έργο στη Θεσσαλονίκη και νεανικές κατασκηνώσεις στη Βέροια και στα Γρεβενά.

Κυριακή 15 Απριλίου 2012

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ
  


Τήν Κυριακή τοῦ Πάσχα ἐκοιμήθη ἐν Κυρίῳ

ὁ ὁμότιμος Καθηγητής Πανεπιστημίου

καί διδάσκαλος τῆς Ορθόδοξης Χριστιανικής Ἀδελφότητος  "ΑΠΟΛΥΤΡΩΣΙΣ "  κ. Στέργιος Σάκκος.


Ἐξόδιος Ἀκολουθία ετελέσθη 

στόν Ἱερό Ναό Ἀναλήψεως τοῦ Σωτῆρος

τῆς Ὀρθοδόξου Ἀδελφότητος "Χριστιανική Ἐλπίς"

στό Φίλυρο Θεσσαλονίκης,

τήν Δευτέρα τῆς Διακαινησίμου.

Πέμπτη 12 Απριλίου 2012

Στέργιος Σάκκος, Για ν' ανθίσει η πίστη

Μέ γιορτινή εὐφροσύνη καί εὔλογο ἐνθουσιασμό σᾶς ἀπευθύνουμε, φίλοι μας ἀναγνῶστες, τόν ἀναστάσιμο χαιρετισμό-ὁμολογία: Χριστός Ἀνέστη! Ὁ θάνατος καί ἡ ἀνάσταση τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ χρωματίζει καί νοηματίζει ὄχι μόνο τό μήνα πού διανύουμε καί τόν ἑπόμενο, μέχρι τήν Ἀνάληψη τοῦ Κυρίου καί τήν Πεντηκοστή, ἀλλά καί ὅλο τό χρόνο. Εἶναι τό μέγιστο καί ἐνδοξότατο γεγονός τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἀλλά καί τῆς παγκόσμιας ἱστορίας, γεγονός μαρτυρημένο καί βεβαιωμένο ἀπό μυριάδες μάρτυρες.
Ἀσύλληπτη γιά τήν τρέχουσα πραγματικότητα ἡ ἀνάσταση ἀποτελεῖ πράγματι τήν πιό μεγάλη πρόκληση γιά τόν σκεπτόμενο ἄνθρωπο· ὀρθώνει μέσα του πλῆθος τίς ἀμφιβολίες, ἀντιρρήσεις, ἐνστάσεις. Ἀλλά αὐτό δέν ἐνοχλεῖ καθόλου τόν ἀναστημένο Κύριο. Μᾶλλον τόν εὐχαριστεῖ, διότι δέν φοβᾶται οὔτε ἀρνεῖται τήν ἔρευνα. Τό «πίστευε καί μή ἐρεύνα» δέν ἔχει θέση στήν ἐξιστόρηση τῆς ἁγίας Γραφῆς. Ἀντίθετα ὁ Κύριος «χαίρει ἐρευνώμενος», ὅπως ὡραιότατα διαβεβαιώνει ἕνας ἐκκλησιαστικός ὕμνος. ᾿Αρκεῖ αὐτός πού ἐρευνᾶ νά εἶναι εἰλικρινής καί καλοπροαίρετος· νά ἀγαπᾶ καί νά σέβεται τήν ἀλήθεια, ἀδέσμευτος ἀπό ἐμπάθειες καί φανατισμούς.
Οἱ πρῶτοι μάρτυρες τῆς ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου ἦταν δύσπιστοι, καί πολύ δικαιολογημένα, διότι ποτέ δέν ἔβαλαν στό νοῦ τους ὅτι μπορεῖ νά ἀναστηθεῖ ὁ Διδάσκαλός τους. Δέν τούς συνερίσθηκε γι᾿ αὐτό ὁ Κύριος. Μέ ἄκρα συγκατάβαση τούς βοήθησε νά ξεπεράσουν τά ἐμπόδια καί, ὅταν ἀποδέχθηκαν τήν ἀλήθεια, τούς κατέστησε μέλη τῆς Ἐκκλησίας του. Συγκαταβαίνει καί ἐμφανίζεται π.χ. στόν ἀμφιβάλλοντα Θωμᾶ. Τοῦ προτείνει μάλιστα νά ψηλαφήσει τίς οὐλές στό ἀναστημένο σῶμα του καί φιλικά τόν προτρέπει· «μή γίνου ἄπιστος ἀλλά πιστός» (Ἰω 20, 27)!
Τό πέρασμα ἀπό τήν ἀπιστία στήν πίστη δέν εἶναι θέμα ἀποδείξεων, ἀλλά ἀπόφαση μετανοίας. Καθένας μπορεῖ νά πιστέψει, ἀρκεῖ νά θελήσει νά μετανοήσει. Ὅταν δέν ὑπάρχει ἡ διάθεση μετανοίας καί συμμορφώσεως πρός τό ἐκφρασμένο θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἀμέτρητα ἐμπόδια ὀρθώνονται. Μά εἶναι ὅλα ὑποκειμενικά. Πολλά παραδείγματα βρίσκουμε στήν ἁγία Γραφή καί στήν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας μέχρι σήμερα. Ἐνδεικτικά ἀναφέρω ἕνα: Οἱ φρουροί πού φύλαγαν τόν τάφο τοῦ Κυρίου μαρτυροῦν ὅτι Ἐκεῖνος ἀναστήθηκε· εἶδαν ἄδειο τόν τάφο. Ἀλλά οἱ ἀρχιερεῖς σπεύδουν νά τούς δωροδοκήσουν γιά νά ποῦν ὅτι κάποιοι ἔκλεψαν τό νεκρό σῶμα (βλ. Μθ 28,11-15). Ἄν δέχονταν ὅτι ἀναστήθηκε ὁ Κύριος, θά ἔπρεπε νά μετανοήσουν καί δέν τό ἤθελαν αὐτό...
Τό μήνυμα ἁπλό καί σαφέστατο, τό διατυπώνει λυρικά ὁ ἐκκλησιαστικός ὕμνος: «Κατήφεια παθῶν καί λογισμῶν ἡ ζάλη μακράν ἐξοριζέσθω καί οὕτως ἐξανθήσει τό ἔαρ τό τῆς πίστεως». Γιά νά ἀνθοβολήσει στήν καρδιά μας ἡ ἄνοιξη τῆς πίστεως πρέπει νά διώξουμε μακριά τήν κατήφεια, πού προξενοῦν τά πάθη, καί τή ζάλη τῶν ἀμφιβόλων λογισμῶν. Νά ἀναστηθοῦμε μέσα μας μέ τή μετάνοια. Τότε δέν θά ἐγγίζει τήν ψυχή μας καμία ἀμφιβολία γιά τήν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ!
(Στέργιος Ν. Σάκκος, ομότιμος καθηγητής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης)

Τρίτη 10 Απριλίου 2012

Τὰ καθήκοντά μας τὴ Μεγάλη Ἑβδομάδα

+Μητροπολίτης Φλωρίνης Αυγουστίνος



«Τῶν παθῶν τοῦ Κυρίου τὰς ἀπαρχὰς ἡ παροῦσα ἡμέρα λαμπροφορεῖ. Δεῦτε οὖν, φιλέορτοι, ὑπαντήσωμεν ᾄσμασιν…» (κάθ. Μ. Δευτ.)


Φθάσαμε, ἀγαπητοί μου, στὰ σωτήρια πάθη τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, στὴ Μεγάλη Ἑβδομάδα. Ἡ ἑβδομάδα αὐτὴ λέγεται Μεγάλη, διότι μέσα στὶς 168 ὧρες της, ἀπὸ σήμερα μέχρι τὴ νύχτα τῆς Ἀναστάσεως, τιμῶνται μεγάλα γεγονότα, μοναδικὰ καὶ κοσμοϊστορικά, ποὺ συγκλόνισαν τὰ ἐπίγεια καὶ τὰ οὐράνια καὶ τὰ καταχθόνια. Γι᾿ αὐτὸ ἡ ἑβδομάδα αὐτὴ ὀνομάζεται Μεγάλη· ἀλλὰ καὶ γι᾽ αὐτὸ δὲν θὰ πρέπῃ νὰ περάσῃ ὅπως οἱ ἄλλες.

Καὶ θέτω τὸ ἐρώτημα· ποιά εἶνε τὰ καθήκοντα ἑνὸς Χριστιανοῦ τὴ Μεγάλη Ἑβδομάδα; Δὲν ἀπευθύνομαι σὲ ἀπίστους, ἀθέους ἢ σὲ χιλιαστάς· ἀπευθύνομαι σὲ πιστούς, ποὺ θέλουν νὰ ἑορτάσουν σωστά. Ποιά εἶνε λοιπὸν τὰ καθήκοντα ποὺ ἔχουμε τὴν ἑβδομάδα αὐτή;

Τὸ πρῶτο καθῆκον, ἀδελφοί μου, εἶνε νὰ εὐχαριστήσουμε ἀπ᾽ τὴν καρδιά μας τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν. Ὅλη βέβαια ἡ ζωή μας πρέπει νά ᾽νε ἕνα εὐχαριστῶ, ἕνα «Δόξα σοι, Κύριε», γιὰ τὶς μικρὲς καὶ μεγάλες εὐεργεσίες του, τὶς φανερὲς καὶ ἀφανεῖς, γιὰ ὅλα τὰ καλά, ὑλικὰ καὶ πνευματικά, ποὺ ἐπιδαψιλεύει ἡ χάρις του· τὸν ἥλιο, τὸν ἀέρα, τὸ νερό, τὰ λουλούδια, τὰ ἀκρογιάλια, ὅλη τὴν πλάσι. Νὰ τὸν εὐχαριστοῦμε ἀκόμη γιὰ τοὺς γονεῖς καὶ τὰ ἀδέρφια, τὴ γυναῖκα καὶ τὰ παιδιά, γιὰ τὸ χρόνο καὶ τὶς ἐποχές, γιὰ ὅ,τι εὐλογημένο καὶ ἀναγκαῖο.

Ἄνθρωπος ἀγνώμων εἶνε χειρότερος ἀπὸ ζῷο. Ἕνα σκύλο ἔχεις, ἕνα κομμάτι ψωμὶ τοῦ πετᾷς, καὶ κουνάει τὴν οὐρά του καὶ σοῦ λέει εὐχαριστῶ. Κι ὁ ἄνθρωπος λοιπὸν πρέπει νά ᾽νε εὐγνώμων στὸ Θεό. Νὰ τὸν εὐχαριστοῦμε γιὰ ὅλα, ἀλλὰ πρὸ παντὸς γιὰ τὴ θυσία τοῦ Υἱοῦ του,γιὰ τὰ σεπτά του πάθη. Ἀκόμη νὰ τὸν εὐχαριστήσουμε καὶ γιὰ κάτι ἄλλο• γιὰ τὴ μακροθυμία του στὰ τόσα ἐγκλήματά μας καὶ μάλιστα στὶς βλασφημίες, γιὰ τὶς ὁποῖες θά ᾽πρεπε ν᾽ ἀνοίξῃ ἡ γῆ νὰ μᾶς καταπιῇ κ᾽ ἡ θάλασσα νὰ φουσκώσῃ νὰ μᾶς πνίξῃ, καὶ ὅμως μᾶς ἀνέχεται. Γι᾿αὐτὸ τὴ Μεγάλη Παρασκευὴ ἡ Ἐκκλησία λέει«Δόξα τῇ μακροθυμίᾳ σου, Κύριε, δόξα σοι».

Τὸ ἕνα καθῆκον μας λοιπὸν εἶνε νὰ εὐχαριστοῦμε τὸ Θεό. Τὸ ἄλλο εἶνε νὰ παρακολουθήσουμε τὶς ἱερὲς ἀκολουθίες. Οἱ ἀκολουθίες τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος δὲν εἶνε ὅπως οἱ ἄλλες· διαφέρουν πολύ. Οἱ ὕμνοι της, ποὺ εἶνε γλυκύτεροι ἀπ᾽ τὸ μέλι, τὰ ἐμπνευσμένα αὐτὰ ποιήματα ὅπως π.χ. ὁ ἐπιτάφιος θρῆνος, δὲν ὑπάρχουν σὲ καμμιά θρησκεία στὸν κόσμο. Καὶ μόνο τὰ τροπάρια αὐτά, ποὺ δὲν τά ᾽χουν οὔτε φράγκοι οὔτε προτεστάντες οὔτε κανεὶς ἄλλος, φτάνουν ν᾽ ἀποδείξουν ὅτι ἡ Ἐκκλησία μας δὲν εἶνε ἀπὸ τὴ γῆ· εἶνε ἀπὸ τὸν οὐρανό, εἶνε θεόπνευστη. Ποιός τὰ ἔκανε αὐτά; ποῦ γράφτηκαν, μέσα σὲ σχολειὰ καὶ πανεπιστήμια; Τὰ ἔφτειαξαν μέσα σὲ σπηλιὲς ἅγιοι ἀσκηταί, ποὺτὸ δάκρυ τους ἔπεφτε στὴ γῆ καὶ τὴν ἔκανε νὰ λουλουδίζῃ. Δὲν τά ᾽γραψαν ἁπλῶς μὲ τὸ μυαλὸ καὶ τὰ γράμματα ποὺ ἤξεραν· αὐτὰ εἶνε τὸ αἷμα τῆς καρδιᾶς τους, συναίσθημα ὑγιές, ἔκφρασι ζωῆς, βιώματα ἅγια, ἀλήθειες, ποὺ μόνο ὅσοι ἀγάπησαν γνησίως τὸ Χριστὸ μποροῦσαν νὰ ἔχουν. Πρέπει νά ᾽νε ἀναίσθητος κανεὶς γιὰ νὰ μὴν τὸν συγκινοῦν. Ἂς τὰ παρακολουθήσουμε λοιπὸν στὴν ἐκκλησία κρατώντας μιὰ Συνόψι.

Τὸ τρίτο καθῆκον μας. Ἡ ἑβδομάδα αὐτὴ εἶνε ἑβδομάδα νηστείας, αὐστηρῆς νηστείας. Μὴν ἀκοῦτε τοὺς ὑλιστὰς καὶ ἀσεβεῖς• ἐμεῖς ἀπὸ τὴν παράδοσι ἀποστόλων καὶ πατέρων τῆς Ὀρθοδοξίας τηροῦμε τὶς νηστεῖες τῆς ἁγίας μας Ἐκκλησίας καὶ κατ᾿ ἐξοχὴν τὴ νηστεία αὐτή.Ὅταν λέμε νηστεία, δὲν ἐννοοῦμε νὰ νηστέψῃ ἁπλῶς τὸ στομάχι γιὰ νὰ θυμηθῇ τὸ ὄξος τοῦ σταυροῦ· ἐννοοῦμε μαζὶ μὲ τὸ στομάχι νὰ νη- στέψῃ καὶ τὸ στόμα ἀπὸ κακολογία, ἡ γλῶσσα ἀπὸ αἰσχρολογία, τὰ μάτια ἀπὸ αἰσχρὰ θεάματα. Τέτοιες μέρες στὸ Βυζάντιο οἱ αὐτοκράτορες ὑπέγραφαν διαταγή· Μεγάλη Δευτέρα, Τρίτη, Τετάρτη, Πέμπτη, Παρασκευή, Σάββατο καὶ Κυριακὴ κλειστὰ τὰ ἱπποδρόμια καὶ ὅλα τὰ θέατρα. Πενθεῖ ἡ Ἐκκλησία. Ἂν ἤμασταν χριστιανικὸ κράτος, θά ᾽πρεπε ἀπὸ αὔριο νὰ εἶνε κλεισμένα τὰ καταγώγια καὶ τὰ κέντρα διαφθορᾶς, καὶ νὰ ἐπικρατῇ πένθος γι᾿ Αὐτὸν ποὺ ὑψώθηκε γιὰ μᾶς ἐπάνω στὸ σταυρό.

Ἀλλὰ ἔχουμε κ᾽ ἕνα ἄλλο καθῆκον. Εἶνε τὸ καθῆκον τῆς ἐξομολογήσεως καὶ τῆς θείας μεταλήψεως. Ἐπ᾽ αὐτοῦ δὲν θὰ ἐπεκταθῶ. Τοῦτο μόνο θὰ πῶ. Τὶς ἅγιες αὐτὲς ἡμέρες καὶ ἰδίως τὴ νύχτα τῆς Ἀναστάσεως καλούμεθα νὰ μείνουμε στὸ ναὸ μέχρι τέλους μὲ τὴν ἀναστάσιμη λαμπάδα. Ὅποιος ἀκούει τὸ «Χριστὸς ἀνέστη» καὶ μετὰ φεύγει, προτιμότερο θὰ ἦταν νὰ μείνῃ στὸ σπίτι του. Αὐτὸ ποὺ γίνεται, νὰ ἀδειάζουν οἱ ἐκκλησίες μετὰ τὸ «Χριστὸς ἀνέστη», εἶνε βεβήλωσις, περιφρόνησι στὸ Χριστό. Νὰ μείνουμε λοιπὸν μέχρι τέλους καὶ νὰ ἑτοιμαστοῦμε γιὰ τὴ θεία μετάληψι. Ἡ ἑβδομάδα αὐτὴ εἶνε κατ᾽ ἐξοχὴν ἑβδομάδα θείας μεταλήψεως. Τί εἶνε ἡ θεία μετάληψις; Τὸ σῶμα καὶ τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ μας, ἡ φωτιὰ τοῦ οὐρανοῦ. Τί εἶσαι, σὲ ρωτῶ, ἄχυρο; μὴν πλησιάσῃς τὰ ἅγια, θὰ καῇς. Εἶσαι χρυσάφι; Ἂν εἶσαι χρυσάφι, τὸ χρυσάφι δὲν ἀπειλεῖται ἀπὸ τὴ φωτιά· ὅσο πλησιάζει τὴ φωτιά, τόσο καθαρίζεται. Ἔτσι κ᾽ ἐσὺ ὁ Χριστιανός· ἂν εἶσαι ἀμετανόητος, θὰ σὲ κάψῃ ἡ φωτιά, ὅπως ἔκαψε τὸν Ἰούδα ποὺ κοινώνησε ἀναξίως· ἂν ὅμως πέρασες ἀπὸ τὸ καμίνι τῆς ἱερᾶς ἐξομολογήσεως, τότε πλησίασε· ἡ θεία κοινωνία θὰ εἶνε φάρμακο ἀθανασίας.

Τὴ Μεγάλη Ἑβδομάδα ἔχουμε ἐπίσης ἱερὸ καθῆκον ἀπέναντι τῶν ἀδελφῶν μας ποὺ πάσχουν καὶ ὑποφέρουν. Εἶνε ἑβδομάδα ἀγάπης καὶ ἐλεημοσύνης. Ἕνα ἐκλεκτὸ φαγητὸ σὲ κάποιον ποὺ πεινάει, ἕνα καινούργιο ροῦχο —ὄχι παλιό— σ᾿ ἕναν ποὺ δὲν ἔχει, μιὰ βοήθεια στὴ χήρα καὶ τὰ ὀρφανά, ἕνα φάρμακο ἀναγκαῖο, μιὰ ἐπίσκεψι στὸν ἀσθενῆ, ἕνας λόγος παρηγορητικὸς στὸν θλιμμένο, ὅ,τι τέλος πάντων μπορεῖ νὰ σκεφτῇ μιὰ καρδιὰ ποὺ ἀγαπᾷ.

Ἀλλὰ δὲν εἶπα τίποτα· ὑπάρχει κάτι ἀκόμη, κι αὐτὸ εἶνε τὸ δυσκολώτερο. Ὅλα ὅσα εἴπα- με τὰ κάνεις· ἀλλ᾽ ἐὰν τὸ τελευταῖο αὐτὸ δὲν τὸ κάνῃς, Χριστιανὸς δὲν εἶσαι. Ποιό εἶν᾽ αὐτό; Ξέρω Χριστιανοὺς ποὺ εἶνε ἄνθρωποι προσευχῆς, ποὺ ἔχουν τ᾽ αὐτί τους τεντωμένο στὰ ἱερὰ λόγια, ποὺ νηστεύουν αὐστηρά, ποὺ ἐξομολογοῦνται, ποὺ κοινωνοῦν· ἀλλὰ λίγους Χριστιανοὺς γνώρισα ποὺ ἔχουν – ποιό; τὸ «Συγχωρήσωμεν πάντα τῇ Ἀναστάσει» (δοξ. αἴν. Πάσχ.). Ἡ Μεγάλη Ἑβδομάδα εἶνε ἑβδομάδα συγχωρήσεως. Ποιός, ἀδελφοί μου, στὴ ζωὴ αὐτὴ δὲν ἔχει ἀντιπάθειες, ψυχρότητες, ἀντιθέσεις, ποιός δὲν ἔχει κάποιον ἐχθρό; Τὶς ἅγιες αὐτὲς ἡμέρες ἂς ὑψώσουμε τὸ βλέμμα στὸν Ἐσταυρωμένο. Κανείς δὲν ἀδικήθηκε καὶ δὲν πόνεσε ὅπως ὁ Χριστός μας. Ἐνῷ ἔσχιζαν τὶς σάρκες του τὰ καρφιὰ καὶ τὴν καρδιά του οἱ κατάρες καὶ τ᾽ ἀναθέματα τῶν φαρισαίων, ἐκεῖνος πάνω ἀπ᾽ τὸ σταυρὸ προσευχήθηκε· «Πάτερ, ἄφες αὐτοῖς· οὐ γὰρ οἴδασι τί ποιοῦσι» (Λουκ. 23,34). Κ᾽ ἐμεῖς λοιπὸν τὶς ἅγιες αὐτὲς ἡμέρες ἂς ἀλληλοσυγχωρηθοῦμε· νύφες καὶ πεθερές, ἀδελφοὶ μὲ ἀδελφούς, φίλοι μὲ φίλους,παιδιὰ μὲ γονεῖς, ὅλοι ἀνεξαιρέτως. Ἂς πλατύνουμε τὶς καρδιές, ἂς αἰσθανθοῦμε μέσα μας τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ μας. Χωρὶς τὴν ἀγάπη πῶς μποροῦμε νὰ γιορτάσουμε;
Ἀδελφοί μου! Μεγάλη Ἑβδομάδα ἴσον· χέρι ἀνοιχτὸ γιὰ ἔλεος, μάτια δακρυσμένα ἀπὸ μετάνοια, πόδια ποὺ τρέχουν στὸ ναό, καρδιὰ συμφιλιωμένη, γεμάτη λατρεία στὸν Ἐσταυρωμένο. Ἐκτελοῦμε τὰ καθήκοντα αὐτά;

Ξέρετε πῶς μοιάζουμε; Σὰ νὰ εἶνε ἕνας ζητιάνος καὶ ὅλες τὶς μέρες τοῦ πετᾶνε πενταροδεκάρες, κ᾽ ἔρχεται μιὰ ὥρα ποὺ περνάει κάποιος βασιλιᾶς καὶ τοῦ λέει «Ἄνοιξε τὶς φοῦχτες σου» κι ἀρχίζει καὶ τοῦ μετράει 1, 2, 3, …5,…10, …100, …168 λίρες καὶ θαμπώνουν τὰ μάτια του. Κι αὐτός, ἀντὶ νὰ πάρῃ αὐτὸ τὸ θησαυρὸ νὰ τὸν ἀξιοποιήσῃ, πάει στὸ ποτάμι κι ἀρχίζει νὰ πετάῃ τὶς λίρες στὸ νερό. Δὲν εἶν᾽ αὐτὸ παραφροσύνη; Κι αὐτὲς οἱ ὧρες λοιπὸν ―ἔτσι λέει ἡ Ἐκκλησία, «ὧρες» τὶς ὀνομάζει―, εἶνε θησαυρός. Κάθε ὥρα, κάθε καμπάνα, κάθε χτύπος, κάθε λεπτό, εἶνε σπουδαία ὥρα.

Ἂς ἐκμεταλλευθοῦμε τὶς ἅγιες αὐτὲς ἡμέρες. Μὴν ἀφήσουμε νὰ διαρρεύσουν ὅπως ἡ ὑπόλοιπη ζωή μας. Ξέρουμε ἂν θὰ ζήσουμε νὰ γιορτάσουμε ἄλλη Μεγάλη Ἑβδομάδα; Μήπως ἡ Μεγάλη Ἑβδομάδα αὐτὴ εἶνε ἡ τελευταία τῆς ζωῆς μας; Πέρυσι πόσοι ἦταν μαζί μας; καὶ ποῦ εἶνε τώρα; Φεύγουμε, σφυρίζει τὸ τραῖνο, μιά φορὰ περνᾶμε πάνω ἀπ᾽ τὴ φλούδα αὐτή.

Εὔχομαι, αὐτὴ ἡ Μεγάλη Ἑβδομάδα νὰ εἶνε σημαντικὸς σταθμὸς στὴ ζωή μας. Νὰ δώσῃ ὁ Κύριος νὰ εἶνε ἑβδομάδα ἁγίων σκέψεων, ἱερῶν συναισθημάτων, ἡρωικῶν ἀποφάσεων, ἁγιασμὸς ψυχῆς. Εἴθε νὰ σφραγίσουμε τὴ Μεγάλη Ἑβδομάδα μὲ τὰ λόγια «Μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου» (Λουκ. 23,42).


(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος


Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ποὺ ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Μεταμορφώσεως Σωτῆρος Μοσχάτου - Ἀθηνῶν τὴν 10-4-1960 τὸ βράδυ.

Σάββατο 7 Απριλίου 2012

Προετοιμασία γιά τήν Μεγἀλη Ἕβδομάδα

Ἕνα ἰδιόμελο Στιχηρό, πού ψάλλεται στόν Ἑσπερινό τοῦ Λαζάρου, ὁπότε ἀρχίζει οὐσιαστικά ἡ Μεγάλη Ἑβδομάδα, προσδιορίζει μέ σαφήνεια, ἀκρίβεια καί πληρότητα τίς προϋποθέσεις καί τήν οὐσία τῶν ἑορτῶν τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος. Τό ἰδιόμελο αὐτό εἶναι τό ἑξῆς: «Τήν ψυχωφελῆ πληρώσαντες Τεσσαρακοστήν, τήν ἁγίαν ἑβδομάδα τοῦ πάθους σου αἰτοῦμεν κατιδεῖν, Φιλάνθρωπε, τοῦ δοξᾶσαι ἐν αὐτῇ τά μεγαλεῖά σου καί τήν ἄφατον δι’ ἡμᾶς οἰκονομίαν σου».
Χρειάζεται προκαταβολικά νά παρατηρήσουμε δύο σημεῖα τοῦ τροπαρίου:
Τό ἕνα εἶναι ὅτι τίς γιορτές τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος τίς βλέπει ὡς συμμετοχή στό πάθος τοῦ Κυρίου, ὡς ἐπιδοκιμασία καί χειροκρότηση τῆς ἀνείπωτης οἰκονομίας πού ἔκανε ὁ Κύριος γιά τή σωτηρία μας. Δηλαδή διδασκόμαστε ἀπό τό τροπάριο ὅτι οἱ γιορτές τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος δέν εἶναι λαογραφικές ἐκδηλώσεις ἐθιμικοῦ χαρακτῆρος, οὔτε εἶναι ἁπλή ἀνάμνηση μεγάλων γεγονότων πού ἔγιναν στό παρελθόν καί τά θυμίζουμε τώρα ὡς εὐκαιρία γιά μετάδοση κάποιων μηνυμάτων. Σύμφωνα μέ τό πνεῦμα τοῦ τροπαρίου, οἱ γιορτές τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος, ὅπως ὅλες οἱ ὀρθόδοξες γιορτές, εἶναι κυρίως θαυματουργική ἐπανάληψη τῶν ἑορταζομένων γεγονότων καί προσωπική συμμετοχή τῶν πιστῶν στά γεγονότα αὐτά. Γι’ αὐτό ἡ Μεγάλη Ἑβδομάδα δέν ἔχει ἐπετειακό ἤ διδακτικό μόνο χαρακτήρα. Ἔχει κυρίως λυτρωτικό χαρακτήρα καί στοχεύει νά βοηθήσει τούς πιστούς νά λυτρωθοῦν μέ τή συμμετοχή τους στό σωτήριο ἔργο τοῦ Χριστοῦ.
Τό ἄλλο σημεῖο τοῦ τροπαρίου, πού πρέπει νά παρατηρήσουμε, εἶναι ὅτι γιά τό σωστό ἑορτασμό τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος χρειάζονται δύο προϋποθέσεις. Χρειάζεται ἡ ἀνθρώπινη προετοιμασία καί ἡ δωρεά τῆς θείας φιλανθρωπίας. Ἡ ἀνθρώπινη προετοιμασία γίνεται μέ τή Μεγάλη Σαρακοστή. Δηλαδή ἡ νηστεία, οἱ ἀγρυπνίες, οἱ κατανυκτικές ἀκολουθίες, ὅλες οἱ πνευματικές ἀσκήσεις τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς δέν γίνονται μόνο γιά ἠθικούς σκοπούς, γιά τήν καταπολέμηση τῶν παθῶν, ὅπως συνήθως λέμε. Γίνονται κυρίως γιά νά μᾶς προετοιμάσουν γιά τή Μεγάλη Ἑβδομάδα. Μέ τίς ἀσκήσεις τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς ἀποκτοῦμε αὐτοσυνειδησία, νιώθουμε τήν ἀνεπάρκεια καί θνητότητά μας, βιώνουμε στήν ὕπαρξή μας τήν τραγωδία τοῦ πόσο ἀπαραίτητη μᾶς εἶναι ἡ αὐτοσυντήρησή μας, πού ἐντούτοις μᾶς μεταγγίζει τή φθορά καί τό θάνατο. Ἔτσι, ἀπογοητευμένοι ἀπό τά ἀδιέξοδα τῆς φύσεώς μας, λαχταροῦμε νά ἔρθει ὁ Κύριος στή θανατική κατάστασή μας, νά δώσει τή σωτήρια μάχη του γιά μᾶς καί νά μᾶς βγάλει ἀπό τό φαῦλο κύκλο τῆς φθαρτότητάς μας. Ἡ φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ κάνει τό θαῦμα νά συμμετέχουν πραγματικά οἱ πιστοί στά γεγονότα τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος, πού εἶναι ἡ ἀνείπωτη θεία οἰκονομία τοῦ Χριστοῦ γιά τή σωτηρία τους.
Τά λυτρωτικά γεγονότα τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος μέ τή σειρά πού γίνονται εἶναι: ἡ ἀνάσταση τοῦ Λαζάρου, ἡ ἐπίσημη εἴσοδος τοῦ Χριστοῦ στά Ἰεροσόλυμα, ἡ ὑποδοχή πού τοῦ ἔκανε ὁ ἄδολος λαός τοῦ Θεοῦ, ἡ μετωπική σύγκρουση τοῦ Κυρίου μέ τό δαιμονοκίνητο κατεστημένο τοῦ ἰουδαϊσμοῦ τῆς ἐποχῆς, ὁ Μυστικός Δεῖπνος, ἡ σύλληψη, ἡ δίκη καί καταδίκη, ἡ σταύρωση, ὁ θάνατος καί ἡ ταφή τοῦ Κυρίου.
Ἡ ἐμπειρία ἀπό τίς ἀσκήσεις τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς μᾶς ὁδήγησε στή ρεαλιστική διαπίστωση ὅτι, παρά τά ὁποιαδήποτε κατορθώματά μας, εἴμαστε μολυσμένοι ἀπό τό μίασμα τοῦ θανάτου. Ἔτσι, ἀρχίζοντας τή Μεγάλη Ἑβδομάδα μέ τό περιστατικό τοῦ Λαζάρου, αὐτόματα μπαίνουμε στή θέση του, καθώς τόν βλέπουμε νά σαπίζει μέσα στόν τάφο του. Νιώθουμε σάν θηλιά στό λαιμό τόν πνιγμό πού μᾶς προκαλεῖ ἡ συμμετοχή μας στό μνῆμα τοῦ Λαζάρου, ἀνακράζουμε μαζί μέ τή Μάρθα «Κύριε, ἐάν ἤσουν ἐδῶ, δέν θά πέθαινε ὁ ἀδελφός μου». Καί ἀκούγοντας τόν Κύριο νά βεβαιώνει «Ἐγώ εἶμαι ἡ ἀνάσταση καί ἡ ζωή», κυριολεκτικά ἀνασαίνουμε ἐλπιδοφόρο, ἀναστάσιμο ἀέρα. Παρακολουθώντας στή συνέχεια τήν ἀνάσταση τοῦ Λαζάρου, γκρεμίζουμε τά ἀδιέξοδα τείχη τῆς θνητότητας καί ξεσπᾶμε στό θριαμβευτικό παιάνα «Τήν κοινήν ἀνάστασιν πρό τοῦ σοῦ πάθους πιστούμενος, ἐκ νεκρῶν ἤγειρας τόν Λάζαρον, Χριστέ ὁ Θεός...».
Τήν ἄλλη μέρα, τήν Κυριακή τῶν Βαΐων, μέ τά σύμβολα τῆς νίκης στά χέρια, πανηγυρίζουμε γιά τήν προσωπική μας βεβαιότητα ὅτι ὑπάρχει διέξοδος ἀπό τόν πνιγμό τοῦ θανάτου. Συμπορευόμαστε μέ τό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα πού διηγεῖται ὅτι ὁ λαός τοῦ Θεοῦ ὑποδεχόταν τόν Κύριο μέ τά βάγια, διότι εἶδε τήν ἀνάσταση τοῦ Λαζάρου. Συμμετέχουμε καί μεῖς στή χαρά τοῦ λαοῦ, γινόμαστε λαός τοῦ Θεοῦ, ὑποδεχόμαστε τόν Κύριο καί τόν προπέμπουμε μέ τά σύμβολα τῆς νίκης στά χέρια γιά τή μάχη πού θά δώσει ἐνάντια στή φθορά καί στό θάνατο.
Ἀπό τό βράδυ τῆς ἴδιας μέρας ἀρχίζουν οἱ ἀκολουθίες τοῦ Νυμφίου. Δέν μποροῦσε νά ὑπάρχει πιό πετυχημένος ὅρος ἀπό τόν ὅρο «Νυμφίος», γιά νά φανεῖ ἡ λαχτάρα τῶν πιστῶν γιά τόν Κύριο. Νυμφίος εἶναι ὁ γαμπρός, πού σύμφωνα μέ τό λόγο τοῦ Κυρίου ἑνώνεται μέ τή νύμφη σέ σάρκα μία. Καμία ἄλλη ἀνθρώπινη ἕνωση δέν εἶναι οὐσιαστικότερη ἀπό τήν ἕνωση τῶν συζύγων. Λοιπόν, οἱ ἀκολουθίες τοῦ Νυμφίου μᾶς ἑτοιμάζουν τέτοια ὀντολογική ἕνωσή μας μέ τό Νυμφίο Χριστό. Ἄρα τό πάθος τοῦ Κυρίου, πού θά ἐπαναληφθεῖ στίς ἑπόμενες μέρες, μᾶς προσφέρεται ἀντικειμενικά, γιά νά μετάσχουμε σέ αὐτό ἤ τουλάχιστον νά τό χειροκροτήσουμε καθώς θά τό παρακολουθοῦμε. Ἀφοῦ εἴμαστε σάρκα μία μέ τό Νυμφίο, σῶμα ἕνα στήν Ἐκκλησία Του, δέν γίνεται νά μή συμμετέχουμε στό πάθος του.
Τίς ἑπόμενες μέρες τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος παρακολουθοῦμε κατάπληκτοι τή δαιμονοκίνητη συμπεριφορά τῶν Φαρισαίων ἀπέναντι στόν Κύριο, πού δίνει τή μάχη του ἐνάντια στίς δαιμονικές δυνάμεις, γιά νά ἐλευθερώσει τόν ἄνθρωπο ἀπό τή φθορά καί τό θάνατο. Ἀναλογιζόμαστε τήν ἱστορία, τήν εὐλογία, τήν ἀποστολή τοῦ «λαοῦ τοῦ Θεοῦ» καί μᾶς καταλαμβάνει δέος, καθώς βλέπουμε τόν Κύριο νά ἐπιβάλλει στόν ἀποπροσανατολισμένο ἰουδαϊσμό τήν ἐσχάτη τῶν ποινῶν, ξηραίνοντας συμβολικά τήν ἄκαρπη συκῆ. Συνειδητοποιοῦμε γιά ἄλλη μία φορά, ὅτι δέν ὑπάρχει ὕπαρξη καί ζωή χωρίς τό δένδρο τῆς ζωῆς. Τό δένδρο τῆς παρακοῆς ἔφερε θάνατο. Ὁ χωρισμός τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ ἀπό τόν προορισμό του ἔφερε ἀποπροσανατολισμό καί καταδίκη. Ἡ ἄκαρπη συκῆ εἶναι μοιραῖο νά ξηραίνεται. Ἔτσι σπεύδουμε, μαζί μέ τίς φρόνιμες παρθένες, νά γεμίσουμε τίς λαμπάδες τῆς ζωῆς μας μέ ἔργα φιλανθρωπίας καί νά μποῦμε μέ τό Νυμφίο στόν ὁλόφωτο νυμφώνα, ἔστω καί ἄν ξέρουμε ὅτι, γιά νά τό κατορθώσουμε αὐτό, θά ἀγρυπνήσουμε καί θά περάσουμε πρῶτα ἀπό τή Γεθσημανή καί τό Γολγοθᾶ.
Ἔτσι ἀπαλλαγμένοι ἀπό τίς δελεαστικές ἐπιρροές τοῦ πολιτικοῦ, κοινωνικοῦ καί ἠθικιστικοῦ κατεστημένου, πού ἀποπροσανατόλισε τούς Ἰουδαίους, συμμετέχουμε στό Μυστικό Δεῖπνο τῆς Μεγάλης Πέμπτης. Γίνεται Λειτουργία τή Μεγάλη Πέμπτη καί καλοῦνται οἱ ὀρθόδοξοι χριστιανοί νά κοινωνήσουν ἀπό τά χέρια τοῦ Κυρίου τό σῶμα Του καί τό αἷμα Του, μαζί μέ τούς ἁγίους ἀποστόλους καί τούς ἁγίους ὅλων τῶν ἐποχῶν. Τό βράδυ τῆς Μεγάλης Πέμπτης καί τή Μεγάλη Παρασκευή συμμετέχουμε στή σύλληψη, στήν καταδίκη, τή φραγγέλωση, τούς ἐμπτυσμούς, τούς κολαφισμούς, τή σταύρωση καί τό θάνατο τοῦ Χριστοῦ. Κατανοοῦμε μέ ὅλη τήν ὕπαρξή μας τήν ἀπέραντη ἀγάπη τοῦ Κυρίου, πού ἀνέχεται ὅλη τήν ἀνθρώπινη ἀθλιότητα, μόνο καί μόνο γιά νά βρεθεῖ στήν κατάστασή μας καί νά τήν ἀνακαινίσει μέ τήν παρουσία Του. Ἡ ἀπέραντη αὐτή ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ πρός τήν ἀνθρώπινη ὕπαρξη, πού τόν κάνει νά δεχθεῖ, ἀθάνατος Θεός αὐτός, τήν ἀνθρώπινη θανατική μοῖρα, κατασυγκινεῖ τήν ὕπαρξή μας, κεντρίζει τά φίλτρα μας, ματώνει τήν καρδιά μας. Μᾶς μεταδίδει θαυματουργικά τά σπλάγχνα του. Ἀλλοιώνει τή φύση μας. Μᾶς μπολιάζει τήν ἀγάπη Του. Εὐαισθητοποιεῖ τό χαρακτήρα μας. Μᾶς κάνει νά ἀγαπᾶμε, ὅπως ἀγαπᾶ Αὐτός. Αὐτό εἶναι πού λένε, ἡ σταυρωμένη ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ σώζει τόν ἄνθρωπο. Δηλαδή ἡ συμμετοχή στό πάθος τοῦ Χριστοῦ, πού γίνεται στή διάρκεια τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος, σπέρνει στόν ἄνθρωπο τό χάρισμα τῆς ἀγάπης, πού τόν ἑνώνει μέ τόν Θεό καί μέ τούς ἀνθρώπους, τόν σώζει.
Ἀφοῦ λοιπόν τηρήσαμε τή Μεγάλη Σαρακοστή καί γι’ αὐτό λαχταρήσαμε τό Νυμφίο Χριστό, παρακαλοῦμε τόν φιλάνθρωπο Κύριο νά μᾶς ἀξιώσει νά δοῦμε τά πάθη του τή Μεγάλη Ἑβδομάδα καί νά δοξάσουμε στή διάρκειά της τά μεγαλεῖα του καί τήν ἀνείπωτη οἰκονομία του πού κάνει γιά τή σωτηρία μας.
Δῆμος Ματσκίδης