Προετοιμασία γιά τήν Μεγἀλη Ἕβδομάδα
Ἕνα ἰδιόμελο Στιχηρό, πού ψάλλεται στόν Ἑσπερινό τοῦ Λαζάρου, ὁπότε ἀρχίζει οὐσιαστικά ἡ Μεγάλη Ἑβδομάδα, προσδιορίζει μέ σαφήνεια, ἀκρίβεια καί πληρότητα τίς προϋποθέσεις καί τήν οὐσία τῶν ἑορτῶν τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος. Τό ἰδιόμελο αὐτό εἶναι τό ἑξῆς: «Τήν ψυχωφελῆ πληρώσαντες Τεσσαρακοστήν, τήν ἁγίαν ἑβδομάδα τοῦ πάθους σου αἰτοῦμεν κατιδεῖν, Φιλάνθρωπε, τοῦ δοξᾶσαι ἐν αὐτῇ τά μεγαλεῖά σου καί τήν ἄφατον δι’ ἡμᾶς οἰκονομίαν σου».
Χρειάζεται προκαταβολικά νά παρατηρήσουμε δύο σημεῖα τοῦ τροπαρίου:
Τό ἕνα εἶναι ὅτι τίς γιορτές τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος τίς βλέπει ὡς συμμετοχή στό πάθος τοῦ Κυρίου, ὡς ἐπιδοκιμασία καί χειροκρότηση τῆς ἀνείπωτης οἰκονομίας πού ἔκανε ὁ Κύριος γιά τή σωτηρία μας. Δηλαδή διδασκόμαστε ἀπό τό τροπάριο ὅτι οἱ γιορτές τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος δέν εἶναι λαογραφικές ἐκδηλώσεις ἐθιμικοῦ χαρακτῆρος, οὔτε εἶναι ἁπλή ἀνάμνηση μεγάλων γεγονότων πού ἔγιναν στό παρελθόν καί τά θυμίζουμε τώρα ὡς εὐκαιρία γιά μετάδοση κάποιων μηνυμάτων. Σύμφωνα μέ τό πνεῦμα τοῦ τροπαρίου, οἱ γιορτές τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος, ὅπως ὅλες οἱ ὀρθόδοξες γιορτές, εἶναι κυρίως θαυματουργική ἐπανάληψη τῶν ἑορταζομένων γεγονότων καί προσωπική συμμετοχή τῶν πιστῶν στά γεγονότα αὐτά. Γι’ αὐτό ἡ Μεγάλη Ἑβδομάδα δέν ἔχει ἐπετειακό ἤ διδακτικό μόνο χαρακτήρα. Ἔχει κυρίως λυτρωτικό χαρακτήρα καί στοχεύει νά βοηθήσει τούς πιστούς νά λυτρωθοῦν μέ τή συμμετοχή τους στό σωτήριο ἔργο τοῦ Χριστοῦ.
Τό ἄλλο σημεῖο τοῦ τροπαρίου, πού πρέπει νά παρατηρήσουμε, εἶναι ὅτι γιά τό σωστό ἑορτασμό τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος χρειάζονται δύο προϋποθέσεις. Χρειάζεται ἡ ἀνθρώπινη προετοιμασία καί ἡ δωρεά τῆς θείας φιλανθρωπίας. Ἡ ἀνθρώπινη προετοιμασία γίνεται μέ τή Μεγάλη Σαρακοστή. Δηλαδή ἡ νηστεία, οἱ ἀγρυπνίες, οἱ κατανυκτικές ἀκολουθίες, ὅλες οἱ πνευματικές ἀσκήσεις τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς δέν γίνονται μόνο γιά ἠθικούς σκοπούς, γιά τήν καταπολέμηση τῶν παθῶν, ὅπως συνήθως λέμε. Γίνονται κυρίως γιά νά μᾶς προετοιμάσουν γιά τή Μεγάλη Ἑβδομάδα. Μέ τίς ἀσκήσεις τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς ἀποκτοῦμε αὐτοσυνειδησία, νιώθουμε τήν ἀνεπάρκεια καί θνητότητά μας, βιώνουμε στήν ὕπαρξή μας τήν τραγωδία τοῦ πόσο ἀπαραίτητη μᾶς εἶναι ἡ αὐτοσυντήρησή μας, πού ἐντούτοις μᾶς μεταγγίζει τή φθορά καί τό θάνατο. Ἔτσι, ἀπογοητευμένοι ἀπό τά ἀδιέξοδα τῆς φύσεώς μας, λαχταροῦμε νά ἔρθει ὁ Κύριος στή θανατική κατάστασή μας, νά δώσει τή σωτήρια μάχη του γιά μᾶς καί νά μᾶς βγάλει ἀπό τό φαῦλο κύκλο τῆς φθαρτότητάς μας. Ἡ φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ κάνει τό θαῦμα νά συμμετέχουν πραγματικά οἱ πιστοί στά γεγονότα τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος, πού εἶναι ἡ ἀνείπωτη θεία οἰκονομία τοῦ Χριστοῦ γιά τή σωτηρία τους.
Τά λυτρωτικά γεγονότα τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος μέ τή σειρά πού γίνονται εἶναι: ἡ ἀνάσταση τοῦ Λαζάρου, ἡ ἐπίσημη εἴσοδος τοῦ Χριστοῦ στά Ἰεροσόλυμα, ἡ ὑποδοχή πού τοῦ ἔκανε ὁ ἄδολος λαός τοῦ Θεοῦ, ἡ μετωπική σύγκρουση τοῦ Κυρίου μέ τό δαιμονοκίνητο κατεστημένο τοῦ ἰουδαϊσμοῦ τῆς ἐποχῆς, ὁ Μυστικός Δεῖπνος, ἡ σύλληψη, ἡ δίκη καί καταδίκη, ἡ σταύρωση, ὁ θάνατος καί ἡ ταφή τοῦ Κυρίου.
Ἡ ἐμπειρία ἀπό τίς ἀσκήσεις τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς μᾶς ὁδήγησε στή ρεαλιστική διαπίστωση ὅτι, παρά τά ὁποιαδήποτε κατορθώματά μας, εἴμαστε μολυσμένοι ἀπό τό μίασμα τοῦ θανάτου. Ἔτσι, ἀρχίζοντας τή Μεγάλη Ἑβδομάδα μέ τό περιστατικό τοῦ Λαζάρου, αὐτόματα μπαίνουμε στή θέση του, καθώς τόν βλέπουμε νά σαπίζει μέσα στόν τάφο του. Νιώθουμε σάν θηλιά στό λαιμό τόν πνιγμό πού μᾶς προκαλεῖ ἡ συμμετοχή μας στό μνῆμα τοῦ Λαζάρου, ἀνακράζουμε μαζί μέ τή Μάρθα «Κύριε, ἐάν ἤσουν ἐδῶ, δέν θά πέθαινε ὁ ἀδελφός μου». Καί ἀκούγοντας τόν Κύριο νά βεβαιώνει «Ἐγώ εἶμαι ἡ ἀνάσταση καί ἡ ζωή», κυριολεκτικά ἀνασαίνουμε ἐλπιδοφόρο, ἀναστάσιμο ἀέρα. Παρακολουθώντας στή συνέχεια τήν ἀνάσταση τοῦ Λαζάρου, γκρεμίζουμε τά ἀδιέξοδα τείχη τῆς θνητότητας καί ξεσπᾶμε στό θριαμβευτικό παιάνα «Τήν κοινήν ἀνάστασιν πρό τοῦ σοῦ πάθους πιστούμενος, ἐκ νεκρῶν ἤγειρας τόν Λάζαρον, Χριστέ ὁ Θεός...».
Τήν ἄλλη μέρα, τήν Κυριακή τῶν Βαΐων, μέ τά σύμβολα τῆς νίκης στά χέρια, πανηγυρίζουμε γιά τήν προσωπική μας βεβαιότητα ὅτι ὑπάρχει διέξοδος ἀπό τόν πνιγμό τοῦ θανάτου. Συμπορευόμαστε μέ τό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα πού διηγεῖται ὅτι ὁ λαός τοῦ Θεοῦ ὑποδεχόταν τόν Κύριο μέ τά βάγια, διότι εἶδε τήν ἀνάσταση τοῦ Λαζάρου. Συμμετέχουμε καί μεῖς στή χαρά τοῦ λαοῦ, γινόμαστε λαός τοῦ Θεοῦ, ὑποδεχόμαστε τόν Κύριο καί τόν προπέμπουμε μέ τά σύμβολα τῆς νίκης στά χέρια γιά τή μάχη πού θά δώσει ἐνάντια στή φθορά καί στό θάνατο.
Ἀπό τό βράδυ τῆς ἴδιας μέρας ἀρχίζουν οἱ ἀκολουθίες τοῦ Νυμφίου. Δέν μποροῦσε νά ὑπάρχει πιό πετυχημένος ὅρος ἀπό τόν ὅρο «Νυμφίος», γιά νά φανεῖ ἡ λαχτάρα τῶν πιστῶν γιά τόν Κύριο. Νυμφίος εἶναι ὁ γαμπρός, πού σύμφωνα μέ τό λόγο τοῦ Κυρίου ἑνώνεται μέ τή νύμφη σέ σάρκα μία. Καμία ἄλλη ἀνθρώπινη ἕνωση δέν εἶναι οὐσιαστικότερη ἀπό τήν ἕνωση τῶν συζύγων. Λοιπόν, οἱ ἀκολουθίες τοῦ Νυμφίου μᾶς ἑτοιμάζουν τέτοια ὀντολογική ἕνωσή μας μέ τό Νυμφίο Χριστό. Ἄρα τό πάθος τοῦ Κυρίου, πού θά ἐπαναληφθεῖ στίς ἑπόμενες μέρες, μᾶς προσφέρεται ἀντικειμενικά, γιά νά μετάσχουμε σέ αὐτό ἤ τουλάχιστον νά τό χειροκροτήσουμε καθώς θά τό παρακολουθοῦμε. Ἀφοῦ εἴμαστε σάρκα μία μέ τό Νυμφίο, σῶμα ἕνα στήν Ἐκκλησία Του, δέν γίνεται νά μή συμμετέχουμε στό πάθος του.
Τίς ἑπόμενες μέρες τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος παρακολουθοῦμε κατάπληκτοι τή δαιμονοκίνητη συμπεριφορά τῶν Φαρισαίων ἀπέναντι στόν Κύριο, πού δίνει τή μάχη του ἐνάντια στίς δαιμονικές δυνάμεις, γιά νά ἐλευθερώσει τόν ἄνθρωπο ἀπό τή φθορά καί τό θάνατο. Ἀναλογιζόμαστε τήν ἱστορία, τήν εὐλογία, τήν ἀποστολή τοῦ «λαοῦ τοῦ Θεοῦ» καί μᾶς καταλαμβάνει δέος, καθώς βλέπουμε τόν Κύριο νά ἐπιβάλλει στόν ἀποπροσανατολισμένο ἰουδαϊσμό τήν ἐσχάτη τῶν ποινῶν, ξηραίνοντας συμβολικά τήν ἄκαρπη συκῆ. Συνειδητοποιοῦμε γιά ἄλλη μία φορά, ὅτι δέν ὑπάρχει ὕπαρξη καί ζωή χωρίς τό δένδρο τῆς ζωῆς. Τό δένδρο τῆς παρακοῆς ἔφερε θάνατο. Ὁ χωρισμός τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ ἀπό τόν προορισμό του ἔφερε ἀποπροσανατολισμό καί καταδίκη. Ἡ ἄκαρπη συκῆ εἶναι μοιραῖο νά ξηραίνεται. Ἔτσι σπεύδουμε, μαζί μέ τίς φρόνιμες παρθένες, νά γεμίσουμε τίς λαμπάδες τῆς ζωῆς μας μέ ἔργα φιλανθρωπίας καί νά μποῦμε μέ τό Νυμφίο στόν ὁλόφωτο νυμφώνα, ἔστω καί ἄν ξέρουμε ὅτι, γιά νά τό κατορθώσουμε αὐτό, θά ἀγρυπνήσουμε καί θά περάσουμε πρῶτα ἀπό τή Γεθσημανή καί τό Γολγοθᾶ.
Ἔτσι ἀπαλλαγμένοι ἀπό τίς δελεαστικές ἐπιρροές τοῦ πολιτικοῦ, κοινωνικοῦ καί ἠθικιστικοῦ κατεστημένου, πού ἀποπροσανατόλισε τούς Ἰουδαίους, συμμετέχουμε στό Μυστικό Δεῖπνο τῆς Μεγάλης Πέμπτης. Γίνεται Λειτουργία τή Μεγάλη Πέμπτη καί καλοῦνται οἱ ὀρθόδοξοι χριστιανοί νά κοινωνήσουν ἀπό τά χέρια τοῦ Κυρίου τό σῶμα Του καί τό αἷμα Του, μαζί μέ τούς ἁγίους ἀποστόλους καί τούς ἁγίους ὅλων τῶν ἐποχῶν. Τό βράδυ τῆς Μεγάλης Πέμπτης καί τή Μεγάλη Παρασκευή συμμετέχουμε στή σύλληψη, στήν καταδίκη, τή φραγγέλωση, τούς ἐμπτυσμούς, τούς κολαφισμούς, τή σταύρωση καί τό θάνατο τοῦ Χριστοῦ. Κατανοοῦμε μέ ὅλη τήν ὕπαρξή μας τήν ἀπέραντη ἀγάπη τοῦ Κυρίου, πού ἀνέχεται ὅλη τήν ἀνθρώπινη ἀθλιότητα, μόνο καί μόνο γιά νά βρεθεῖ στήν κατάστασή μας καί νά τήν ἀνακαινίσει μέ τήν παρουσία Του. Ἡ ἀπέραντη αὐτή ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ πρός τήν ἀνθρώπινη ὕπαρξη, πού τόν κάνει νά δεχθεῖ, ἀθάνατος Θεός αὐτός, τήν ἀνθρώπινη θανατική μοῖρα, κατασυγκινεῖ τήν ὕπαρξή μας, κεντρίζει τά φίλτρα μας, ματώνει τήν καρδιά μας. Μᾶς μεταδίδει θαυματουργικά τά σπλάγχνα του. Ἀλλοιώνει τή φύση μας. Μᾶς μπολιάζει τήν ἀγάπη Του. Εὐαισθητοποιεῖ τό χαρακτήρα μας. Μᾶς κάνει νά ἀγαπᾶμε, ὅπως ἀγαπᾶ Αὐτός. Αὐτό εἶναι πού λένε, ἡ σταυρωμένη ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ σώζει τόν ἄνθρωπο. Δηλαδή ἡ συμμετοχή στό πάθος τοῦ Χριστοῦ, πού γίνεται στή διάρκεια τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος, σπέρνει στόν ἄνθρωπο τό χάρισμα τῆς ἀγάπης, πού τόν ἑνώνει μέ τόν Θεό καί μέ τούς ἀνθρώπους, τόν σώζει.
Ἀφοῦ λοιπόν τηρήσαμε τή Μεγάλη Σαρακοστή καί γι’ αὐτό λαχταρήσαμε τό Νυμφίο Χριστό, παρακαλοῦμε τόν φιλάνθρωπο Κύριο νά μᾶς ἀξιώσει νά δοῦμε τά πάθη του τή Μεγάλη Ἑβδομάδα καί νά δοξάσουμε στή διάρκειά της τά μεγαλεῖα του καί τήν ἀνείπωτη οἰκονομία του πού κάνει γιά τή σωτηρία μας.
Χρειάζεται προκαταβολικά νά παρατηρήσουμε δύο σημεῖα τοῦ τροπαρίου:
Τό ἕνα εἶναι ὅτι τίς γιορτές τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος τίς βλέπει ὡς συμμετοχή στό πάθος τοῦ Κυρίου, ὡς ἐπιδοκιμασία καί χειροκρότηση τῆς ἀνείπωτης οἰκονομίας πού ἔκανε ὁ Κύριος γιά τή σωτηρία μας. Δηλαδή διδασκόμαστε ἀπό τό τροπάριο ὅτι οἱ γιορτές τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος δέν εἶναι λαογραφικές ἐκδηλώσεις ἐθιμικοῦ χαρακτῆρος, οὔτε εἶναι ἁπλή ἀνάμνηση μεγάλων γεγονότων πού ἔγιναν στό παρελθόν καί τά θυμίζουμε τώρα ὡς εὐκαιρία γιά μετάδοση κάποιων μηνυμάτων. Σύμφωνα μέ τό πνεῦμα τοῦ τροπαρίου, οἱ γιορτές τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος, ὅπως ὅλες οἱ ὀρθόδοξες γιορτές, εἶναι κυρίως θαυματουργική ἐπανάληψη τῶν ἑορταζομένων γεγονότων καί προσωπική συμμετοχή τῶν πιστῶν στά γεγονότα αὐτά. Γι’ αὐτό ἡ Μεγάλη Ἑβδομάδα δέν ἔχει ἐπετειακό ἤ διδακτικό μόνο χαρακτήρα. Ἔχει κυρίως λυτρωτικό χαρακτήρα καί στοχεύει νά βοηθήσει τούς πιστούς νά λυτρωθοῦν μέ τή συμμετοχή τους στό σωτήριο ἔργο τοῦ Χριστοῦ.
Τό ἄλλο σημεῖο τοῦ τροπαρίου, πού πρέπει νά παρατηρήσουμε, εἶναι ὅτι γιά τό σωστό ἑορτασμό τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος χρειάζονται δύο προϋποθέσεις. Χρειάζεται ἡ ἀνθρώπινη προετοιμασία καί ἡ δωρεά τῆς θείας φιλανθρωπίας. Ἡ ἀνθρώπινη προετοιμασία γίνεται μέ τή Μεγάλη Σαρακοστή. Δηλαδή ἡ νηστεία, οἱ ἀγρυπνίες, οἱ κατανυκτικές ἀκολουθίες, ὅλες οἱ πνευματικές ἀσκήσεις τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς δέν γίνονται μόνο γιά ἠθικούς σκοπούς, γιά τήν καταπολέμηση τῶν παθῶν, ὅπως συνήθως λέμε. Γίνονται κυρίως γιά νά μᾶς προετοιμάσουν γιά τή Μεγάλη Ἑβδομάδα. Μέ τίς ἀσκήσεις τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς ἀποκτοῦμε αὐτοσυνειδησία, νιώθουμε τήν ἀνεπάρκεια καί θνητότητά μας, βιώνουμε στήν ὕπαρξή μας τήν τραγωδία τοῦ πόσο ἀπαραίτητη μᾶς εἶναι ἡ αὐτοσυντήρησή μας, πού ἐντούτοις μᾶς μεταγγίζει τή φθορά καί τό θάνατο. Ἔτσι, ἀπογοητευμένοι ἀπό τά ἀδιέξοδα τῆς φύσεώς μας, λαχταροῦμε νά ἔρθει ὁ Κύριος στή θανατική κατάστασή μας, νά δώσει τή σωτήρια μάχη του γιά μᾶς καί νά μᾶς βγάλει ἀπό τό φαῦλο κύκλο τῆς φθαρτότητάς μας. Ἡ φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ κάνει τό θαῦμα νά συμμετέχουν πραγματικά οἱ πιστοί στά γεγονότα τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος, πού εἶναι ἡ ἀνείπωτη θεία οἰκονομία τοῦ Χριστοῦ γιά τή σωτηρία τους.
Τά λυτρωτικά γεγονότα τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος μέ τή σειρά πού γίνονται εἶναι: ἡ ἀνάσταση τοῦ Λαζάρου, ἡ ἐπίσημη εἴσοδος τοῦ Χριστοῦ στά Ἰεροσόλυμα, ἡ ὑποδοχή πού τοῦ ἔκανε ὁ ἄδολος λαός τοῦ Θεοῦ, ἡ μετωπική σύγκρουση τοῦ Κυρίου μέ τό δαιμονοκίνητο κατεστημένο τοῦ ἰουδαϊσμοῦ τῆς ἐποχῆς, ὁ Μυστικός Δεῖπνος, ἡ σύλληψη, ἡ δίκη καί καταδίκη, ἡ σταύρωση, ὁ θάνατος καί ἡ ταφή τοῦ Κυρίου.
Ἡ ἐμπειρία ἀπό τίς ἀσκήσεις τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς μᾶς ὁδήγησε στή ρεαλιστική διαπίστωση ὅτι, παρά τά ὁποιαδήποτε κατορθώματά μας, εἴμαστε μολυσμένοι ἀπό τό μίασμα τοῦ θανάτου. Ἔτσι, ἀρχίζοντας τή Μεγάλη Ἑβδομάδα μέ τό περιστατικό τοῦ Λαζάρου, αὐτόματα μπαίνουμε στή θέση του, καθώς τόν βλέπουμε νά σαπίζει μέσα στόν τάφο του. Νιώθουμε σάν θηλιά στό λαιμό τόν πνιγμό πού μᾶς προκαλεῖ ἡ συμμετοχή μας στό μνῆμα τοῦ Λαζάρου, ἀνακράζουμε μαζί μέ τή Μάρθα «Κύριε, ἐάν ἤσουν ἐδῶ, δέν θά πέθαινε ὁ ἀδελφός μου». Καί ἀκούγοντας τόν Κύριο νά βεβαιώνει «Ἐγώ εἶμαι ἡ ἀνάσταση καί ἡ ζωή», κυριολεκτικά ἀνασαίνουμε ἐλπιδοφόρο, ἀναστάσιμο ἀέρα. Παρακολουθώντας στή συνέχεια τήν ἀνάσταση τοῦ Λαζάρου, γκρεμίζουμε τά ἀδιέξοδα τείχη τῆς θνητότητας καί ξεσπᾶμε στό θριαμβευτικό παιάνα «Τήν κοινήν ἀνάστασιν πρό τοῦ σοῦ πάθους πιστούμενος, ἐκ νεκρῶν ἤγειρας τόν Λάζαρον, Χριστέ ὁ Θεός...».
Τήν ἄλλη μέρα, τήν Κυριακή τῶν Βαΐων, μέ τά σύμβολα τῆς νίκης στά χέρια, πανηγυρίζουμε γιά τήν προσωπική μας βεβαιότητα ὅτι ὑπάρχει διέξοδος ἀπό τόν πνιγμό τοῦ θανάτου. Συμπορευόμαστε μέ τό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα πού διηγεῖται ὅτι ὁ λαός τοῦ Θεοῦ ὑποδεχόταν τόν Κύριο μέ τά βάγια, διότι εἶδε τήν ἀνάσταση τοῦ Λαζάρου. Συμμετέχουμε καί μεῖς στή χαρά τοῦ λαοῦ, γινόμαστε λαός τοῦ Θεοῦ, ὑποδεχόμαστε τόν Κύριο καί τόν προπέμπουμε μέ τά σύμβολα τῆς νίκης στά χέρια γιά τή μάχη πού θά δώσει ἐνάντια στή φθορά καί στό θάνατο.
Ἀπό τό βράδυ τῆς ἴδιας μέρας ἀρχίζουν οἱ ἀκολουθίες τοῦ Νυμφίου. Δέν μποροῦσε νά ὑπάρχει πιό πετυχημένος ὅρος ἀπό τόν ὅρο «Νυμφίος», γιά νά φανεῖ ἡ λαχτάρα τῶν πιστῶν γιά τόν Κύριο. Νυμφίος εἶναι ὁ γαμπρός, πού σύμφωνα μέ τό λόγο τοῦ Κυρίου ἑνώνεται μέ τή νύμφη σέ σάρκα μία. Καμία ἄλλη ἀνθρώπινη ἕνωση δέν εἶναι οὐσιαστικότερη ἀπό τήν ἕνωση τῶν συζύγων. Λοιπόν, οἱ ἀκολουθίες τοῦ Νυμφίου μᾶς ἑτοιμάζουν τέτοια ὀντολογική ἕνωσή μας μέ τό Νυμφίο Χριστό. Ἄρα τό πάθος τοῦ Κυρίου, πού θά ἐπαναληφθεῖ στίς ἑπόμενες μέρες, μᾶς προσφέρεται ἀντικειμενικά, γιά νά μετάσχουμε σέ αὐτό ἤ τουλάχιστον νά τό χειροκροτήσουμε καθώς θά τό παρακολουθοῦμε. Ἀφοῦ εἴμαστε σάρκα μία μέ τό Νυμφίο, σῶμα ἕνα στήν Ἐκκλησία Του, δέν γίνεται νά μή συμμετέχουμε στό πάθος του.
Τίς ἑπόμενες μέρες τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος παρακολουθοῦμε κατάπληκτοι τή δαιμονοκίνητη συμπεριφορά τῶν Φαρισαίων ἀπέναντι στόν Κύριο, πού δίνει τή μάχη του ἐνάντια στίς δαιμονικές δυνάμεις, γιά νά ἐλευθερώσει τόν ἄνθρωπο ἀπό τή φθορά καί τό θάνατο. Ἀναλογιζόμαστε τήν ἱστορία, τήν εὐλογία, τήν ἀποστολή τοῦ «λαοῦ τοῦ Θεοῦ» καί μᾶς καταλαμβάνει δέος, καθώς βλέπουμε τόν Κύριο νά ἐπιβάλλει στόν ἀποπροσανατολισμένο ἰουδαϊσμό τήν ἐσχάτη τῶν ποινῶν, ξηραίνοντας συμβολικά τήν ἄκαρπη συκῆ. Συνειδητοποιοῦμε γιά ἄλλη μία φορά, ὅτι δέν ὑπάρχει ὕπαρξη καί ζωή χωρίς τό δένδρο τῆς ζωῆς. Τό δένδρο τῆς παρακοῆς ἔφερε θάνατο. Ὁ χωρισμός τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ ἀπό τόν προορισμό του ἔφερε ἀποπροσανατολισμό καί καταδίκη. Ἡ ἄκαρπη συκῆ εἶναι μοιραῖο νά ξηραίνεται. Ἔτσι σπεύδουμε, μαζί μέ τίς φρόνιμες παρθένες, νά γεμίσουμε τίς λαμπάδες τῆς ζωῆς μας μέ ἔργα φιλανθρωπίας καί νά μποῦμε μέ τό Νυμφίο στόν ὁλόφωτο νυμφώνα, ἔστω καί ἄν ξέρουμε ὅτι, γιά νά τό κατορθώσουμε αὐτό, θά ἀγρυπνήσουμε καί θά περάσουμε πρῶτα ἀπό τή Γεθσημανή καί τό Γολγοθᾶ.
Ἔτσι ἀπαλλαγμένοι ἀπό τίς δελεαστικές ἐπιρροές τοῦ πολιτικοῦ, κοινωνικοῦ καί ἠθικιστικοῦ κατεστημένου, πού ἀποπροσανατόλισε τούς Ἰουδαίους, συμμετέχουμε στό Μυστικό Δεῖπνο τῆς Μεγάλης Πέμπτης. Γίνεται Λειτουργία τή Μεγάλη Πέμπτη καί καλοῦνται οἱ ὀρθόδοξοι χριστιανοί νά κοινωνήσουν ἀπό τά χέρια τοῦ Κυρίου τό σῶμα Του καί τό αἷμα Του, μαζί μέ τούς ἁγίους ἀποστόλους καί τούς ἁγίους ὅλων τῶν ἐποχῶν. Τό βράδυ τῆς Μεγάλης Πέμπτης καί τή Μεγάλη Παρασκευή συμμετέχουμε στή σύλληψη, στήν καταδίκη, τή φραγγέλωση, τούς ἐμπτυσμούς, τούς κολαφισμούς, τή σταύρωση καί τό θάνατο τοῦ Χριστοῦ. Κατανοοῦμε μέ ὅλη τήν ὕπαρξή μας τήν ἀπέραντη ἀγάπη τοῦ Κυρίου, πού ἀνέχεται ὅλη τήν ἀνθρώπινη ἀθλιότητα, μόνο καί μόνο γιά νά βρεθεῖ στήν κατάστασή μας καί νά τήν ἀνακαινίσει μέ τήν παρουσία Του. Ἡ ἀπέραντη αὐτή ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ πρός τήν ἀνθρώπινη ὕπαρξη, πού τόν κάνει νά δεχθεῖ, ἀθάνατος Θεός αὐτός, τήν ἀνθρώπινη θανατική μοῖρα, κατασυγκινεῖ τήν ὕπαρξή μας, κεντρίζει τά φίλτρα μας, ματώνει τήν καρδιά μας. Μᾶς μεταδίδει θαυματουργικά τά σπλάγχνα του. Ἀλλοιώνει τή φύση μας. Μᾶς μπολιάζει τήν ἀγάπη Του. Εὐαισθητοποιεῖ τό χαρακτήρα μας. Μᾶς κάνει νά ἀγαπᾶμε, ὅπως ἀγαπᾶ Αὐτός. Αὐτό εἶναι πού λένε, ἡ σταυρωμένη ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ σώζει τόν ἄνθρωπο. Δηλαδή ἡ συμμετοχή στό πάθος τοῦ Χριστοῦ, πού γίνεται στή διάρκεια τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος, σπέρνει στόν ἄνθρωπο τό χάρισμα τῆς ἀγάπης, πού τόν ἑνώνει μέ τόν Θεό καί μέ τούς ἀνθρώπους, τόν σώζει.
Ἀφοῦ λοιπόν τηρήσαμε τή Μεγάλη Σαρακοστή καί γι’ αὐτό λαχταρήσαμε τό Νυμφίο Χριστό, παρακαλοῦμε τόν φιλάνθρωπο Κύριο νά μᾶς ἀξιώσει νά δοῦμε τά πάθη του τή Μεγάλη Ἑβδομάδα καί νά δοξάσουμε στή διάρκειά της τά μεγαλεῖα του καί τήν ἀνείπωτη οἰκονομία του πού κάνει γιά τή σωτηρία μας.
Δῆμος Ματσκίδης