ΜΗΝΥΜΑ - ΕΚΚΛΗΣΗ
Δύο μῆνες γεμάτοι μνῆμες καί γιορτές οἱ καλοκαιρινοί μῆνες, Ἰούλιος καί Αὔγουστος. Τονώνουν τό φρόνημα, θερμαίνουν τήν πίστη, ἀναζωογονοῦν τήν ἐλπίδα κι ὑποδεικνύουν τό χρέος, καθώς ἐκπέμπουν ἄφθονα, ἐπίκαιρα καί ἐνθαρρυντικά τά μηνύματά τους. Θά σταθοῦμε σέ κάτι ἀπ᾿ αὐτά πού ἡ μορφή τῆς Παναγίας μας ὑπαγορεύει, κάτι πού ἀπό τή μνήμη τῆς σεπτῆς Κοιμήσεώς της ἀπορρέει.
Εἶναι ἡ ἱκεσία στήν ὁποία καταλήγει τό Δοξαστικό τοῦ Ἑσπερινοῦ τῆς γιορτῆς, ἕνα ποίημα σπάνιας τέχνης καί ἰδιότροπης μουσικῆς σύνθεσης, ὅπου συναρμόζονται οἱ ὀκτώ ἦχοι τῆς βυζαντινῆς μουσικῆς. Ἐκεῖ ὁ ἀνώνυμος, ἀλλά ὁπωσδήποτε ἱκανός καί εὐλαβής ὑμνογράφος, μεταφέρει στήν «Παντάνασσα θεόπαιδα» τήν ἀγωνία τῆς Ἐκκλησίας γιά τό πιό τρυφερό καί ὄμορφο ἀλλά καί τό πιό δυσκολοκυβέρνητο, «δυσήνιον», κατά τόν ἅγιο Χρυσόστομο, μέρος της, τή νεότητα. Καταλήγει, λοιπόν, τό Δοξαστικό: «Διό ἄχραντε Θεοτόκε, ἀεί σύν ζωηφόρῳ βασιλεῖ καί τόκω ζῶσα, πρέσβευε διηνεκῶς περιφρουρῆσαι καί σῶσαι ἀπό πάσης προσβολῆς ἐναντίας τήν νεολαίαν σου· τήν γάρ σήν προστασίαν κεκτήμεθα».
Ἡ δέηση συγκινεῖ. Ὅλοι τρέφουμε μιά ἰδιαίτερη στοργή καί συμπάθεια γιά τούς νέους μας καί λίγο ἤ περισσότερο κατανοοῦμε πώς ἄν πάψουμε νά συμπαθοῦμε τή νεότητα, ὁ ρόλος μας στόν κόσμο αὐτό ἔχει πιά ὁριστικά τελειώσει». Ὅλοι νοιαζόμαστε νά δοῦμε τά παιδιά μας νά πετυχαίνουν στή ζωή, νά προκόβουν. Διότι αὐτά τά παιδιά εἶναι «ἡ ζωή» μας, ὅπως συχνά τούς τό λέμε, ξεχειλίζοντας ἀπό στοργή γι᾿ αὐτά. Εἶναι ἡ χρυσή μας ἐλπίδα, ὁ θησαυρός καί τό χρηματιστήριο, πού ἀξιώνει τίς μεγαλύτερες ἐπενδύσεις καί τό πιό καυτό ἐνδιαφέρον μας.
Σημαντική καί ἀναγκαία γιά τούς νέους ἡ ἔγνοια μας! Τήν χρειάζονται ὄχι μόνο αὐτοί πού μέ τήν ἄκριτη ὁρμή τῆς ἡλικίας τους ἀφήνιασαν κι ἐγκαταλείποντας τή θαλπωρή καί τήν ἀσφάλεια τῆς πατρικῆς στέγης περιφέρονται ἀνέστιοι καί ἀνερμάτιστοι, εὔκολη λεία γιά τούς πάσης φύσεως κακοποιούς. Οὔτε μόνο ἐκεῖνοι πού ξεστράτισαν καί παραπαίουν μεθυσμένοι ἀπό τά δελεάσματα τῶν ψεύτικων παραδείσων, ὅπου ἔντεχνα τούς παρασύρουν οἱ ἐπιτήδειοι. Κινδυνεύουν κι ἐκεῖνοι οἱ νέοι πού, κι ἄν δέν φαίνονται παραστρατημένοι, εἶναι κοντά στήν καταστροφή καί στό γκρεμοτσάκισμα τό πνευματικό, διότι μένουν μακριά ἀπό τή χάρη τοῦ Θεοῦ, ἀκοινώνητοι κι ἀλειτούργητοι, χωρίς τό λόγο τοῦ Θεοῦ χωρίς τό φόβο τῶν ἐντολῶν του, ἀκατήχητοι κι ἄγευστοι ἀπό πνευματική ζωή. Πῶς θά ἀντέξουν στίς προσβολές τοῦ πονηροῦ καί πῶς θά παλαίψουν τή ζωή; Μέ ποιά ἐφόδια, μέ ποιά χειραγωγία; Μέ ποιό στήριγμα καί ποιά φόντα;
Ἡ δέηση τοῦ ὑμνωδοῦ γιά τήν ἀσφάλεια τῆς νεολαίας μας «ἀπό πάσης προσβολῆς ἐναντίας» μᾶς συγκινεῖ καί μᾶς χρεώνει νά τήν ἐπαναλαμβάνουμε ὅλοι πάντοτε καί ἰδιαίτερα αὐτό τόν καιρό. Στήν ἄχραντη Θεοτόκο, πού βρίσκεται κοντά στόν ζωοδότη Κύριο, τόν Υἱό της καί Θεό, ν᾿ ἀποθέσουμε τίς ἀγωνίες καί τούς πόθους γιά τούς νέους μας. Ἡ Μεγαλόχαρη Μάνα ἔχει τόν τρόπο νά ἀσφαλίσει τούς νέους μας κάτω ἀπό τήν περιφρούρηση καί τήν προστασία τοῦ παντοδύναμου Κυρίου μας.
Εἶναι ἡ ἱκεσία στήν ὁποία καταλήγει τό Δοξαστικό τοῦ Ἑσπερινοῦ τῆς γιορτῆς, ἕνα ποίημα σπάνιας τέχνης καί ἰδιότροπης μουσικῆς σύνθεσης, ὅπου συναρμόζονται οἱ ὀκτώ ἦχοι τῆς βυζαντινῆς μουσικῆς. Ἐκεῖ ὁ ἀνώνυμος, ἀλλά ὁπωσδήποτε ἱκανός καί εὐλαβής ὑμνογράφος, μεταφέρει στήν «Παντάνασσα θεόπαιδα» τήν ἀγωνία τῆς Ἐκκλησίας γιά τό πιό τρυφερό καί ὄμορφο ἀλλά καί τό πιό δυσκολοκυβέρνητο, «δυσήνιον», κατά τόν ἅγιο Χρυσόστομο, μέρος της, τή νεότητα. Καταλήγει, λοιπόν, τό Δοξαστικό: «Διό ἄχραντε Θεοτόκε, ἀεί σύν ζωηφόρῳ βασιλεῖ καί τόκω ζῶσα, πρέσβευε διηνεκῶς περιφρουρῆσαι καί σῶσαι ἀπό πάσης προσβολῆς ἐναντίας τήν νεολαίαν σου· τήν γάρ σήν προστασίαν κεκτήμεθα».
Ἡ δέηση συγκινεῖ. Ὅλοι τρέφουμε μιά ἰδιαίτερη στοργή καί συμπάθεια γιά τούς νέους μας καί λίγο ἤ περισσότερο κατανοοῦμε πώς ἄν πάψουμε νά συμπαθοῦμε τή νεότητα, ὁ ρόλος μας στόν κόσμο αὐτό ἔχει πιά ὁριστικά τελειώσει». Ὅλοι νοιαζόμαστε νά δοῦμε τά παιδιά μας νά πετυχαίνουν στή ζωή, νά προκόβουν. Διότι αὐτά τά παιδιά εἶναι «ἡ ζωή» μας, ὅπως συχνά τούς τό λέμε, ξεχειλίζοντας ἀπό στοργή γι᾿ αὐτά. Εἶναι ἡ χρυσή μας ἐλπίδα, ὁ θησαυρός καί τό χρηματιστήριο, πού ἀξιώνει τίς μεγαλύτερες ἐπενδύσεις καί τό πιό καυτό ἐνδιαφέρον μας.
Σημαντική καί ἀναγκαία γιά τούς νέους ἡ ἔγνοια μας! Τήν χρειάζονται ὄχι μόνο αὐτοί πού μέ τήν ἄκριτη ὁρμή τῆς ἡλικίας τους ἀφήνιασαν κι ἐγκαταλείποντας τή θαλπωρή καί τήν ἀσφάλεια τῆς πατρικῆς στέγης περιφέρονται ἀνέστιοι καί ἀνερμάτιστοι, εὔκολη λεία γιά τούς πάσης φύσεως κακοποιούς. Οὔτε μόνο ἐκεῖνοι πού ξεστράτισαν καί παραπαίουν μεθυσμένοι ἀπό τά δελεάσματα τῶν ψεύτικων παραδείσων, ὅπου ἔντεχνα τούς παρασύρουν οἱ ἐπιτήδειοι. Κινδυνεύουν κι ἐκεῖνοι οἱ νέοι πού, κι ἄν δέν φαίνονται παραστρατημένοι, εἶναι κοντά στήν καταστροφή καί στό γκρεμοτσάκισμα τό πνευματικό, διότι μένουν μακριά ἀπό τή χάρη τοῦ Θεοῦ, ἀκοινώνητοι κι ἀλειτούργητοι, χωρίς τό λόγο τοῦ Θεοῦ χωρίς τό φόβο τῶν ἐντολῶν του, ἀκατήχητοι κι ἄγευστοι ἀπό πνευματική ζωή. Πῶς θά ἀντέξουν στίς προσβολές τοῦ πονηροῦ καί πῶς θά παλαίψουν τή ζωή; Μέ ποιά ἐφόδια, μέ ποιά χειραγωγία; Μέ ποιό στήριγμα καί ποιά φόντα;
Ἡ δέηση τοῦ ὑμνωδοῦ γιά τήν ἀσφάλεια τῆς νεολαίας μας «ἀπό πάσης προσβολῆς ἐναντίας» μᾶς συγκινεῖ καί μᾶς χρεώνει νά τήν ἐπαναλαμβάνουμε ὅλοι πάντοτε καί ἰδιαίτερα αὐτό τόν καιρό. Στήν ἄχραντη Θεοτόκο, πού βρίσκεται κοντά στόν ζωοδότη Κύριο, τόν Υἱό της καί Θεό, ν᾿ ἀποθέσουμε τίς ἀγωνίες καί τούς πόθους γιά τούς νέους μας. Ἡ Μεγαλόχαρη Μάνα ἔχει τόν τρόπο νά ἀσφαλίσει τούς νέους μας κάτω ἀπό τήν περιφρούρηση καί τήν προστασία τοῦ παντοδύναμου Κυρίου μας.
†Στέργιος Ν. Σάκκος